top of page
Εικόνα συγγραφέαDimitris Eleftheriadis

Happy Birthday to Corporate Cannibals!

Έγινε ενημέρωση: 25 Σεπ

Σαν σήμερα ήταν (ή σχεδόν σαν σήμερα, γιατί κάποιος -γκουχ γκουχ- ξέχασε να δημοσιεύσει την "ημέρα-αφορμή" του άρθρου -θύμα απαγωγής μιας ξαπλώστρας με συνεργούς σε απεχθή βασανιστήρια τον ήλιο και κάτι παλιοκοκτέιλ- στερώντας μου αυτό το εξαιρετικά πρωτότυπο lead), στις 9 Αυγούστου του 2007, όταν, κατά τα λόγια του Άνταμ Άπλγκαρθ [Adam Applegarth], τέως γενικού διευθυντή του βρετανικού τραπεζικού κολοσσού Nothern Rock, ξημέρωσε "η μέρα που άλλαξε τον κόσμο". Το πρωί εκείνης της Πέμπτης γράφτηκε στην ιστορία ως η εκκίνηση της αμερικανικής και, όπως έμελλε να φανεί λίαν συντόμως, παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, του 1929 της γενιάς μας. Αν και η ημερομηνία δεν έχει χαραχτεί έντονα στην ελληνική εθνική ιστορική μνήμη, καθόρισε όσο τίποτα την πορεία της χώρας την επόμενη δεκαετία.


link: https://www.telegraph.co.uk/finance/newsbysector/banksandfinance/2787592/Ex-Northern-Rock-boss-finds-UK-a-hard-place.html
Φωτογραφία του Adam Applegarth σε άρθρο του The Guardian "Ex-Northern Rock boss finds UK a hard place", 6 Απριλίου 2008.

Η κρίση σύντομα χτύπησε την πόρτα της Ευρώπης και συγκεκριμένα των γαλλογερμανικών τραπεζών. Οι τελευταίες ούσες έκθετες σε σωρεία χρηματοπιστωτικών παραγώγων, μεταξύ των οποίων μεγάλος αριθμός ελληνικών ομολόγων, χρειάστηκε να διασωθούν από τις κυβερνήσεις τους δίχως αποτέλεσμα. Απότοκο αποτέλεσαν τα γνωστά σε όλους μας μνημόνια, η μετακύλιση, δηλαδή, του ελληνικού δημόσιου προς τις γαλλογερμανικές τράπεζες χρέους στους φορολογουμένους των κρατών μελών της ΕΕ και οι συνακόλουθες πολιτικές λιτότητας. Οι πληγές που άφησαν στην ελληνική κοινωνία όχι απλώς δεν έχουν κλείσει, αλλά λανθάνουν ακριβούς και πλήρους ιστορικής γνωμάτευσης. Ωστόσο, η δεκαετία της λιτότητας, των "άνω" και "κάτω" πλατειών, του brain drain, της ανθρωπιστικής κρίσης, της τοξικότητας αλλά και της ελπίδας, διαμόρφωσε δύο ολόκληρες γενιές που πέρασαν τα εφηβικά ή νεανικά τους χρόνια εντός της. Τις δικές μας.


Σε άρθρο του Cristiano Lanzano "The Greek Crisis and the Dangers of Culture", 24 Αυγούστου 2015, στο "THE HUMAN ECONOMY BLOG: bringing people back into economics".

Ας γυρίσουμε, λοιπόν, σχεδόν δύο δεκαετίες πίσω και ας τιμήσουμε τη μέρα με έναν ολίγον τι αντισυμβατικό τρόπο, μέσα από την τέχνη και συγκεκριμένα μέσα από ένα βίντεο κλιπ. Όπως είπε και ο φίλος μας Τσαρλς Μπουκόφσκι: "Ο διανοούμενος λέει κάτι απλό με δύσκολο τρόπο. Ο καλλιτέχνης λέει κάτι δύσκολο με απλό τρόπο". Άλλωστε υπάρχουν ήδη αρκετές οικονομικές αναλύσεις προσβάσιμες και εύληπτες στο ευρύ κοινό σε πληθώρα μορφών. Σχετικά ντοκιμαντέρ, βιβλία και ταινίες συνιστούν πλέον μέρος της παγκόσμιας δημοφιλούς κουλτούρας (παραθέτω τα αγαπημένα μου έργα στο τέλος).


Μου επιτρέπω τη χρήση του επιθέτου "αντισυμβατικός" λόγω του αντικειμένου προς ανάλυση: του βίντεο κλιπ Corporate Cannibal της Grace Jones. Και ο συγκεκριμένος όρος καθίσταται λίγος τόσο για την καλλιτέχνιδα όσο και για την εν λόγω δουλειά. Andiamo!


Τι εστί Grace Jones;



Η Τζαμαϊκανό-αμερικανή τραγουδίστρια, συνθέτρια, μοντέλο, ηθοποιός pop και fashion icon γεννήθηκε στην Τζαμάικα το 1945 και μετανάστευσε οικογενειακά στην πόλη Syracouse της πολιτείας της Νέας Υόρκης κατά τα εφηβικά της χρόνια. Ξεκίνησε τη μουσική της καριέρα στα μέσα της δεκαετίας του '70 από τον χώρο της disco και της camp, ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να συγκροτεί την προσωπική της persona ως μοντέλο νωρίτερα την ίδια δεκαετία. Οι πτυχές, οι στοχεύσεις και η εξέλιξη της persona αυτής είναι που θα μας απασχολήσουν, μέχρι να φτάσουμε στο Corporate Cannibal του 2008.


Στα τέλη της δεκαετίας του '70 και τις αρχές του '80 η Grace Jones επιλέγει εμφανίσεις με έντονες S&M τάσεις, στις οποίες προσδίδει στοιχεία από το ζωικό βασίλειο, εξερευνώντας και "τεντώνοντας" τα όρια μεταξύ ζώου και ανθρώπου. Από τότε ξεκινά να χρησιμοποιεί τις τεχνικές των transgression, reappropriation και detournement. Η λέξη "trangression" μεταφράζεται στα ελληνικά ως παραβίαση, παράβαση ή υπέρβαση και αναφέρεται στην τέχνη που επιδιώκει να παραβεί ή να υπερβεί τα κοινωνικά καθορισμένα πρότυπα (π.χ. της σεξουαλικότητας, της θηλυκότητας ή του μαύρου χρώματος), την ηθική και τις ευαισθησίες που τα περικλείουν. Η λέξη "reappropriation" περιγράφει το φαινόμενο κατά το οποίο ομάδες ανθρώπων διεκδικούν και επανοικειοποιούνται ταυτοτικά στοιχεία που τους έχουν "κλαπεί". Τέλος, ο όρος "detournement", που πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τη Letterist και έπειτα τη Situationist International, κινήματα/σχολές σκέψης/τέχνης, σηματοδοτεί τη χρήση του καπιταλιστικού συστήματος και της ποπ κουλτούρας εναντίον του ίδιου τους του εαυτού.


Όλες οι παραπάνω καλλιτεχνικές στοχεύσεις χρησιμοποιούν, ουσιαστικά, τα υπάρχοντα στερεότυπα της κυρίαρχης κουλτούρας είτε παρεκκλίνοντας από αυτά σε όσο το δυνατόν πιο ακραίο βαθμό (trangression), είτε με το να τα οικειοποιούνται και τα ενσωματώνουν διαφορικά στις ταυτότητές τους (reappropriation), είτε αντιστρέφοντάς τα (detournement). Η Jones επικεντρώθηκε στις σεξιστικές αντιλήψεις περί θηλυκότητας και αρσενικής αρρενωπότητας, και τις ρατσιστικές περί μαύρου και άσπρου δέρματος [blackness and whiteness]. Έτσι, το σαδομαζοχιστικό στυλ, σε συνδυασμό με τη χρήση εικονογραφίας που παραπέμπει στο ζωικό βασίλειο, μας εξαναγκάζει να δούμε αφιλτράριστα το πώς η σκλαβιά είχε μετατρέψει τους μαύρους ανθρώπους σε αντικείμενα, η πατριαρχία αντικειμενοποιεί τις γυναίκες και ο καπιταλισμός μάς μετατρέπει σε εμπορεύματα.


Κατά την περίοδο παρακολουθούμε, επίσης, την Jones να εξερευνά το λεγόμενο masculine drag, με αναφορές ενδύματος σε μποξέρ και άλλους αθλητές, αλλά και τη στερεοτυπική θηλυκότητα, που συνοψίζεται σε αντικείμενα όπως τα τακούνια-στιλέτα. Η Jones ενσαρκώνει τον σεξισμό και τον ρατσισμό με έναν ψυχρό, σαρκαστικό, απειλητικό και σχεδόν μοχθηρό τρόπο. Ταυτόχρονα δοκιμάζει τα όρια μεταξύ των δύο φύλων προσδίδοντας έναν ανδρογυνισμό στην αισθητική της. Τα σκληρά χαρακτηριστικά που επιλέγει να τονίσει στις εμφανίσεις της είναι πιο στοχευμένο ίσως να προσδιοριστούν ως υπέρβαση των δύο φύλων παρά ως απόδοση έντονης αρρενωπότητας.


Η Grace Jones την ταινία Conan the Destroyer (1984)
1981 Amsterdam Performance, Photo courtesy of Getty Images, Grace Jones performs live at The Royal Theatre Carré in Amsterdam. Source: wmagazine.com.
Έχοντας κερδίσει το βραβείο της περισσότερα υποσχόμενης disco artist το 1977. Source: vogue.com
Grace Jones at The 1983 Grammy Awards Performance, Photo by Chris Walter/WireImage, Source: wmagazine.com.


Ο επικριτικός και ειρωνικός σχολιασμός της δύναμης και της υποταγής μέσα από τις ενδυματολογικές και μουσικές της επιλογές έφτασαν μέχρι και την αμφισβήτηση των ορίων ανθρώπου-μηχανής, παραπέμποντάς μας στη διαννοούμενη Donna Hawaway. Η τελευταία είχε περιγράψει στις αρχές του 1980 την κατάρρευση τριών κομβικών διαχωριστικών γραμμών ως προάγγελο της "πληροφορικής της κυριαρχίας" [informatics of domination] που θεωρούσε ότι θα διαμορφώσει την κοινωνία του μέλλοντος. Τα όρια που προέβλεψε ότι θα ξεθωριάσουν ήταν αυτά μεταξύ ανθρώπου και ζώων, έμβιων όντων και μηχανών και, τέλος, φυσικού και μη φυσικού (μετέπειτα ψηφιακού) κόσμου. Έχοντας καταρρίψει όλα τα υπόλοιπα σύνορα, στο Corporate Cannibal η Jones μεταλλάσσεται για άλλη μία φόρα, ώστε να υπερβεί και το τελευταίο.


Συγκρίσεις με τη Madonna


Ανάδυση από τον κόσμο της disco και της camp. Συνειδητός στροβιλισμός στους χάρτες της θηλυκότητάς της καλλιτεχνικώς. Μετάβαση από cult σε mainstream. Μεταποίηση της μετα-φεμινιστικής σεξουαλικής της ελευθερίας. Κατάληξη σε ένα ιδεατά πλασμένο pop-icon που κανένας δεν μπορεί να φτάσει, αλλά όλοι καταναλώνουν λαίμαργα. Ένα ακόμη πολύτιμο κεφάλαιο της κρεατομηχανής που ακούει στο όνομα αμερικανική μουσική βιομηχανία. Σας θυμίζει κάτι;



Madonna & Grace Jones at Studio 54, 1981

Οι ομοιότητες με τη Madonna ως προς την πορεία και την πολιτιστική παρακαταθήκη που άφησαν καθίστανται εμφανείς. Ωστόσο, υφίστανται ορισμένες λανθάνουσες πλην καθοριστικής σημασίας διαφορές. Η Madonna άλλαζε persona λες και ήταν ρούχο. Αγκάλιαζε την έλλειψη βάθους σε ό,τι υποδυόταν, διότι, με τον τρόπο αυτό, καταδείκνυε συνειδητά την έλλειψη βάθους των στερεοτύπων που στοχοποιούσε δίνοντας σάρκα και οστά στις performances της. Αντίθετα, η GJ ως μαύρη γυναίκα, με την πολιτισμική κληρονομιά που καλούταν να τιμήσει και να υπηρετήσει, δεν είχε την πολυτέλεια να αποβάλει το βάθος από τις ερμηνείες της. Οι δικές της μεταμορφώσεις θα είχαν διαφορετική βαρύτητα και αντίκτυπο και το ήξερε.


Συνεπώς, η Madonna ασκεί κριτική στην υποκειμενικότητα υπογραμμίζοντας το πόσο επιφανειακή και άδεια αποβαίνει, ενώ η Jones δεν μένει στην επιφάνεια των ρόλων που υποδύεται. Συγκρούεται με την υπόταξη των όρων "γυναίκα" και "μαύρη" στη δυτική πολιτισμική σφαίρα.


Afrofuturism


Η persona της Grace Jones εντάσσεται αναπόδραστα στη γενεαλογία του Αφροφουτουρισμού [Afrofuturism]. Πρόκειται για ένα κίνημα που εκφράζει και απευθύνεται στις ανησυχίες της αφροδιασποράς εντός της τέχνο-κουλτούρας του 20ου αιώνα. Βασική προβληματική η εξής: στη μελλοντολογική φαντασίωση της κυρίαρχης δυτικής κουλτούρας η αφροδιασπορά δεν διαφεύγει του ρατσισμού και του κεφαλαίου.


Catalyst, Afrofuturism: A Technological Fantasy or Tangible Reality?, December 21, 2023, Katerina Ntregkas

Μουσικώς τα αφροφουτουριστικά έργα διαθέτουν δύο βασικά διακριτά σημεία από άλλα της αφροδιασποράς. Πρώτον, η θέση της ανθρώπινης φωνής: ενώ στην πλειονότητα των κομματιών εκτός κινήματος διαθέτει κεντρική θέση, στον αφροφουτουρισμό σβήνεται, παύει να έχει κεντρική θέση ή υπόκειται σε εμφανή ηλεκτρονική επεξεργασία. Δεύτερον, ο ρυθμός: παραδοσιακά, στην εν λόγω μουσική κουλτούρα, χαρακτηρίζεται "οργανικός", καθώς προκύπτει από την αναπνοή ή συγκεκριμένες κινήσεις του σώματος, κάτι που επίσης στρεβλώνεται, καθώς λαμβάνει μία μη ανθρώπινη απόκοσμη χροιά μέσω της μηχανικής επανάληψης που παραπέμπει στην τέκνο ή της πολυρυθμικής επανάληψης που διαφεύγει οποιασδήποτε εστίασης προσοχής.


Με την επιστημονικής φαντασίας εικονογραφία του, το κίνημα εκφράζει την αποξένωση, τα βάσανα και τον τρόμο της ιστορίας της καταπίεσης των μαύρων, αλλά και την ελπίδα για διαφυγή, καταστροφή των δεσμών αυτών.


Τέλος, συχνά συναντούμε αναλογία μεταξύ της σκλαβιάς και της εισβολής εξωγήινων που καθυποτάσουν το ανθρώπινο γένος.


Corporate Cannibal


Η οθόνη ασπρόμαυρη. Για την ακρίβεια το υπόβαθρο θα ήταν ακριβέστερο να χαρακτηριστεί ως κενό παρά ως άσπρο. Η αντίθεση εμφανώς αυξημένη στο μοντάζ επιτρέποντας τη σιλουέτα της Jones να διαγράφεται ακόμη εντονότερα. Η τελευταία αλλάζει σχήματα, με το δέρμα και ορισμένα πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της διακριτά, ξεφεύγοντας ωστόσο από την ανθρώπινη μορφή της. Σαν ψηφιακός παλμός που αλλάζει ακανόνιστα σχήμα και παραμορφώνεται διαρκώς. Το πρόσωπο και το σώμα της επιμηκύνονται. Το στόμα της διογκώνεται έτοιμο να καταβροχθίσει, ενώ τα μάτια της φουσκώνουν, μέχρι να κηλιδώσουν την οθόνη σαν τοξικός λεκές. Τίποτα δεν μένει σταθερό για παραπάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Γυρισμένο από δύο βιντεοκάμερες με μία και μοναδική λήψη [single take] το κλιπ κλείνει με την οθόνη να καλύπτεται όλη από τη μαύρη φιγούρα της GJ.


Κατά ορισμένους η persona που επιλέγει αυτήν τη φορά η Jones ενσαρκώνει το κεφάλαιο που δίχως να είναι σε θέση κανείς να το δει, να το πιάσει ή να το ακούσει, μεταβάλλει τα πάντα γύρω του. Αλλάζει διαρκώς μορφές και μετακινείται ταχύτατα σε όλο τον πλανήτη εντός ενός ενιαίου ψηφιακού διαδικτυακού κόσμου. Αυτή τη συνεχή μεταβολή, δίχως χειροπιαστή σύνδεση με τον υλιστικό κόσμο, που εκπέμπει η σιλουέτα-παλμός της GJ, ακολουθούν, τόσο οι κεφαλαιακές ροές, όσο και τα ψηφιακά σύμβολα που έχουν αποσυνδεθεί πλήρως από τον αναλογικό εξοπλισμό του παρελθόντος. Ταυτόχρονα, η φιγούρα της καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερο μέρος της οθόνης, όπως το κεφάλαιο διαρκώς διογκώνεται εκθετικά, μετατρέποντας καθετί, εν τέλει, στον ίδιο του τον εαυτό.


Article in The New York Times, Corporate Cannibal by Grace Jones, March 5, 2009

Το βίντεο κλιπ έκανε ντεμπούτο στο φεστιβάλ Meltdown το 2008, ενώ ανέβηκε στο YouTube στις 4 Ιουλίου του ίδιου έτους. Ο χρηματοοικονομικός Αρμαγεδδών στις ΗΠΑ είχε ήδη εκκινήσει, ενώ η ψηφιακή τεχνολογία έκανε ακόμη τα πρώτα της βήματα στη ζωή του μέσου πολίτη έχοντας ήδη καθιερωθεί στα χρηματιστήρια. Τα "ακραία" πολιτιστικά προϊόντα των 70's και των 80's αποτελούσαν πλέον στα 00's μία niche προϊοντική τοποθέτηση. Το κατά πόσο τα έργα των Greta Jones και Madonna συνέβαλαν, εν τέλει, στην άρση στερεοτύπων ή στην περαιτέρω ενδυνάμωσή τους συνιστά ακόμη σημείο διαφωνίας εντός του φεμινιστικού κινήματος και των πολιτισμικών σπουδών.


Ίσως η επιλογή αυτού του τελευταίου ρόλου από την Jones να δηλώνει ακριβώς αυτήν την πολιτιστική ήττα, την καταβρόχθιση της ίδιας και του έργου της από τη νεοφιλελεύθερη αγορά και τις αχαλίνωτες κεφαλαιακές της ροές. Ίσως και όχι.


Το σίγουρο είναι πως ό,τι ακολούθησε την 9 Αυγούστου του 2007 και την 4η Ιουλίου του 2008 άφησε πίσω του εκατομμύρια κατεστραμμένες ζωές. Τις επιπτώσεις του στην Ελλάδα τις βιώνουμε έως σήμερα. Οι Corporate Cannibals, σαν τον φίλο μας τον Άνταμ (τον γνωρίσαμε στην αρχή, θυμάστε;), ζουν ελεύθεροι, δίχως να βρεθούν υπόλογοι σε κανέναν.


Αν μου κάνατε την τιμή να με ακολουθήσετε μέχρι εδώ, μπορείτε να κλείσετε το παραπάνω ταξίδι παρακολουθώντας το ίδιο το βίντεο κλιπ εδώ. Arrivederci!



75 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Comments


bottom of page