Το κείμενο εντάσσεται στην σειρά "Τίς πταίει;", περιγραφή για την οποία θα βρείτε εδώ.
Η αλήθεια είναι πως, όταν το πρωτάκουσα, δεν το πίστευα. Διότι, αν ίσχυε κάτι τέτοιο, η αντιπολίτευση θα έπρεπε να έχει πάρει τα κανάλια με τη σειρά, το διαδίκτυο να έχει βουίξει και εξοργισμένοι πολίτες να έχουν γεμίσει τους δρόμους. Ωστόσο, με μία σύντομη έρευνα διαπίστωσα πως, παρά τη σωρεία άρθρων σχετικά με την ενεργειακή ακρίβεια, τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται και την αξιολόγηση των μέτρων της κυβέρνησης (είτε ως ελλιπών είτε ως σημαντικών), πουθενά δεν γίνεται λόγος για την κατάσταση που θα αναλύσουμε παρακάτω.
Στις 6 Ιουλίου αυτού του καλοκαιριού δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της κυβερνήσεως (φύλλο 3517) απόφαση για την έναρξη λειτουργίας του "Προσωρινού Μηχανισμού Επιστροφής Μέρους Εσόδων Αγοράς Επόμενης Μέρας", για να δώσει λύση στο εξής πρόβλημα: την έλλειψη προσαρμογής της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος στην εκάστοτε μονάδα παραγωγής του.
Αν κάποιος καταναλώσει 10 κιλοβατόρες ρεύματος, μέρος αυτών παράχθηκαν από φυσικό αέριο, μέρος από λιγνίτη και ένα ποσοστό από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Συνεπώς, η λογική επιβάλλει ότι, αν για κάποιον λόγο αυξηθεί το κόστος μίας μονάδας παραγωγής, όπως το φυσικό αέριο λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αυτό δεν θα επηρεάσει την τιμή του ρεύματος που παράγεται, λόγου χάριν, από ΑΠΕ. Είτε ξεκινήσει πόλεμο η Ρωσία είτε όχι, ο αέρας στο Αιγαίο φυσάει με τα ίδια μποφόρ στις ανεμογεννήτριες, τα ποτάμια ρέουν εξίσου γρήγορα στα υδροηλεκτρικά έργα και ο ήλιος εξακολουθεί να κοιτά κατάματα τα φωτοβολταϊκά. Μαντέψτε! Επί τέσσερις (4) ολόκληρους μήνες (Μάρτιος- Ιούνιος), η τιμή του ρεύματος που παρήχθη από λιγνίτη και ΑΠΕ ακολουθούσε τη συνεχώς αυξανόμενη τιμή του φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα οι μεγαλοεπιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στον ενεργειακό χώρο να έχουν υπερκέρδη, όταν ο κοσμάκης αγωνιούσε για το πώς θα βγει ο μήνας.
Μάλιστα, με πρόχειρους υπολογισμούς (που σας προτρέπω να επαληθεύσετε), αν η τιμή του ρεύματος προσαρμοζόταν από τον Μάρτιο στον εκάστοτε τρόπο παραγωγής του, με το εξαιρετικά γενναιόδωρο περιθώριο κέρδους 5% για τους ελάχιστους μεγαλοπαρόχους ενέργειας, η μέση τιμή της κιλοβατόρας στην ελληνική επικράτεια θα ήταν 50% χαμηλότερη! Αντ' αυτού εφαρμόστηκε μία επιδοματική πολιτική, για να μην βγει ο λαός στους δρόμους, που ουσιαστικά όμως χρεώνει τις επόμενες γενιές, καθώς το ταμείο είναι μείον, ενώ ταυτόχρονα κάποιοι βλέπουν τα έσοδά τους να εκτοξεύονται.
Εν πάσει περιπτώσει κάποιος καλόπιστος θα έλεγε "κάλιο αργά παρά ποτέ". Πράγματι με τη ρύθμιση αυτή τίθεται ουσιαστικά πλαφόν στη χονδρική, το οποίο ονομάζεται "Διοικητική Μέγιστη Τιμή". Με αυτόν τον τρόπο, αν η τιμή μίας μεγαβατόρας ρεύματος στο χρηματιστήριο ενέργειας είναι εφτακόσια (700) ευρώ, το κράτος υπολογίζει το μέσο κόστος παραγωγής, αφήνει στους επιχειρηματίες ένα σημαντικό περιθώριο κέρδους και θέτει τη Διοικητική μέγιστη τιμή σε κάτι λιγότερο από διακόσια (200) ευρώ. Έτσι, οι τιμές παραμένουν υψηλές, ωστόσο μέρος των (υπέρ)κερδών δημεύεται και περιμένει κανείς ότι θα διοχετευτεί στην κοινωνία στην οποία και ανήκει.
Ο τρόπος όμως επιστροφής των χρημάτων στους πολίτες είναι πραγματικά απίστευτος και εξαιρετικά καλά κρυμμένος, καθώς χρειάστηκε να διαβάσω δεκάδες άρθρα νόμων και ψιλά γράμματα που παραπέμπουν σε άλλα, μέχρι να φτάσω στην ουσία. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Νόμο 4839/2021- Άρθρο 61 είχε συσταθεί "Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης", όπου και θα κατατίθεται η διαφορά χρημάτων που ανήκει στους πολίτες. Μέσω αυτού του προϋπάρχοντος μηχανισμού το ποσό θα επιστρέφεται "ως έκπτωση από τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας". Σε απλά ελληνικά: τα λεφτά αυτά, που πήρε το κράτος από τους παραγωγούς, επειδή ανήκουν στους πολίτες, θα δίνονται στους προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε αυτοί να κάνουν εκπτώσεις και έτσι μέσω των μηχανισμών της αγοράς η τιμή να πέσει.
Πού βρίσκεται το πρόβλημα; Στην Ελλάδα οι προμηθευτές και οι παραγωγοί είναι τα ίδια πρόσωπα! Αλλά, εντάξει, ας νιώθουμε τυχεροί που θα μας κάνουν και μία έκπτωση. Και παρόλο που σε άλλες περιπτώσεις η αντιπαράθεση δεν πρέπει να γίνεται προσωπική, στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν συγκεκριμένα άτομα που πλουτίζουν σε βάρος άλλων που δεν θα έχουν να φάνε και να ζεσταθούν τον χειμώνα που μας έρχεται, σε βάρος του ελληνικού δημοσίου και των επόμενων γενεών. Τελικά σε ποιους δίνει επιδόματα η κυβέρνηση, στους πολίτες ή στους μεγαλοβιομήχανους; Αν η απάτη και η αισχροκέρδεια είχαν παράδειγμα δίπλα στον ορισμό τους τα παραπάνω θα ταίριαζαν γάντι.
Μπράβο σας κ. Ελευθεριάδη. Πολύ εύστοχα επιχειρήματα!