Ακούγοντας το «Βαλς των Χαμένων Ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι είναι σαν να ακούμε μια εξομολόγηση ψυχής. Είναι το τραγούδι που παίζει, όταν καθόμαστε μόνοι, κοιτώντας πίσω στις αγάπες που ζήσαμε και χάσαμε, στις υποσχέσεις που έμειναν στη μέση, στις αναμνήσεις που μας καταδιώκουν γλυκά και πονεμένα. Είναι εκείνο το κομμάτι που, από την πρώτη του νότα, μας θυμίζει όλα τα όνειρα που κάναμε για εκείνες τις μεγάλες αγάπες που νομίζαμε πως θα διαρκούσαν για πάντα και που τελικά έσβησαν, αφήνοντας πίσω τους μια πικρή, ακαθόριστη νοσταλγία.
Henri de Toulouse-Lautrec (1885) Ballet Dancers. Πηγή: artic.edu
Όταν ερωτευόμαστε, ζούμε στιγμές έντονες, γεμάτες πάθος και προσμονή. Μοιραζόμαστε με τον άλλον τα πιο βαθιά μας κομμάτια, δίνουμε και παίρνουμε, γεμίζουμε τις μέρες μας με όνειρα για το μέλλον, πιστεύοντας πως όλα είναι δυνατά. Όταν τελειώνει όμως, όταν η πραγματικότητα φέρνει απογοήτευση και απόσταση, νιώθουμε το κενό να μας κατακλύζει. Το «Βαλς των Χαμένων Ονείρων» μοιάζει να κατανοεί εκείνες τις σιωπές που ακολουθούν μετά από μια μεγάλη απογοήτευση, τον πόνο που μας βρίσκει, όταν συνειδητοποιούμε πως αυτό που αγαπήσαμε, αυτό για το οποίο ονειρευτήκαμε, έχει πια χαθεί.
Ακούγοντάς το, φέρνουμε στο μυαλό μας πρόσωπα που κάποτε ήταν τα πάντα για μας και τώρα είναι απλές αναμνήσεις. Σαν βαλς που περιστρέφεται αργά, κάθε νότα αναβιώνει εκείνες τις πονεμένες, κρυφές στιγμές που κρατάμε μόνο για εμάς –τις κουβέντες που δεν ειπώθηκαν, τα βλέμματα που φοβηθήκαμε να δώσουμε, τις υποσχέσεις που έμειναν ανέγγιχτες. Νιώθουμε τον πόνο και τη θλίψη να βαθαίνουν, αλλά μαζί και μια γλυκιά ηρεμία, μια αποδοχή ότι ό,τι και αν έφυγε, έπρεπε να φύγει.
Καθώς η μελωδία ξεδιπλώνεται, ξαναζωντανεύει τις στιγμές εκείνες που κοιτάξαμε κάποιον στα μάτια και νιώσαμε να μας κατακλύζει η ελπίδα, τη στιγμή που πιστέψαμε ότι βρήκαμε κάτι αληθινό. Ωστόσο, η ζωή συχνά μάς δείχνει ότι κάποιοι άνθρωποι έρχονται στη ζωή μας μόνο για να μας αλλάξουν και μετά να φύγουν. Και όσο κι αν αυτό πονά, είναι αναγκαίο. Ο Χατζιδάκις μοιάζει να μας ψιθυρίζει ότι οι άνθρωποι που χάνουμε, οι έρωτες που απομακρύνονται, έρχονται με έναν σκοπό. Ίσως για να μας προετοιμάσουν, να μας ωριμάσουν, να μας κάνουν ικανούς να ζήσουμε κάτι πιο μεγάλο, πιο δυνατό.
Το «Βαλς των Χαμένων Ονείρων» μάς θυμίζει πως οι αποχωρισμοί, όσο δύσκολοι κι αν είναι, είναι κομμάτι της ζωής. Όταν χάνουμε κάποιον, νιώθουμε την ψυχή μας να γεμίζει από τη θλίψη και τον πόνο της απουσίας. Μαζί με τη μελωδία του Χατζιδάκι, όμως, συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι η απώλεια που καθορίζει τη ζωή μας, αλλά αυτό που μένει –η εμπειρία, η ανάμνηση, η αλλαγή που επιφέρει ο άλλος στη ζωή μας. Κάθε άνθρωπος, κάθε στιγμή που έρχεται και φεύγει, αφήνει κάτι πολύτιμο: τη γνώση ότι, τελικά, ο αποχωρισμός είναι μια υπόσχεση για ένα νέο ξεκίνημα, για έναν χώρο που θα γεμίσει από καινούργιες εμπειρίες και νέους ανθρώπους.
Ακούγοντας το «Βαλς των Χαμένων Ονείρων», μας πλημμυρίζει η βεβαιότητα ότι το παρελθόν δεν πρέπει να το κοιτάμε με λύπη αλλά με ευγνωμοσύνη. Γιατί κάθε απογοήτευση, κάθε αποχωρισμός, είναι ένα βήμα προς τον εαυτό μας, μια ευκαιρία να ανακαλύψουμε την εσωτερική μας δύναμη, να μάθουμε ότι η ζωή συνεχίζεται και πάντα μας περιμένει κάτι καλύτερο. Το κομμάτι αυτό μας υπενθυμίζει ότι ακόμα και οι πιο δύσκολες στιγμές, οι πιο επώδυνες απώλειες, είναι μια γέφυρα που μας οδηγεί προς κάτι νέο. Σαν βαλς που περιστρέφεται, η ζωή μάς φέρνει κύκλους, καθένας από τους οποίους ολοκληρώνεται για να δώσει χώρο σε καινούργιες εμπειρίες.
Ίσως το μήνυμα του Χατζιδάκι να κρύβεται εκεί, στην αίσθηση ότι η απώλεια δεν είναι τυχαία. Ότι, όσο και αν πονούμε για τους ανθρώπους που χάσαμε, εκείνοι ήρθαν για να μας διδάξουν, να μας αλλάξουν, να μας προετοιμάσουν για κάτι καλύτερο. Καθώς χορεύουμε μαζί με τη μελωδία, συνειδητοποιούμε ότι οι άνθρωποι που περνούν από τη ζωή μας δεν είναι παρά κεφάλαια σε ένα βιβλίο που γράφεται συνεχώς, ένα βιβλίο που μας οδηγεί όλο και πιο κοντά στον αληθινό μας εαυτό. Κάθε απογοήτευση, κάθε αποχωρισμός, δεν είναι το τέλος, αλλά ένα βήμα πιο κοντά σε κάτι πιο μεγάλο, πιο αληθινό, πιο δικό μας.
Το «Βαλς των Χαμένων Ονείρων» κλείνει απαλά, αφήνοντάς μας με την αίσθηση ότι κάθε τέλος φέρει μια κρυφή υπόσχεση για μια νέα αρχή. Νιώθουμε ότι, όσο κι αν πονέσαμε, υπάρχει πάντα κάτι καλύτερο που μας περιμένει, ένας καινούργιος έρωτας, μια νέα ελπίδα, μια ακόμα ευκαιρία να βρούμε ό,τι αξίζει πραγματικά. Μέσα από τη νοσταλγία του Χατζιδάκι, βρίσκουμε το κουράγιο να προχωρήσουμε, να αφήσουμε πίσω τα όνειρα που χάθηκαν, γνωρίζοντας ότι η ζωή έχει πάντα τον τρόπο της να μας φέρει εκεί που πρέπει να είμαστε.
Ας κρατήσουμε, λοιπόν, την ανάμνηση των χαμένων μας ονείρων, όχι ως βάρος αλλά ως δύναμη, και ας συνεχίσουμε να χορεύουμε το βαλς της ζωής, γεμάτοι ελπίδα και προσμονή για ό,τι καλύτερο έρχεται.
Comments