top of page

Γιατί δεν πρέπει να φοβόμαστε τον λαϊκισμό; (Μέρος 1ο)



Φιλελεύθερες επικρίσεις


«Δεν θα ήταν εύκολο, αλλά ούτε πρακτικό να επιχειρήσει κανείς να ορίσει το λαό. Με το λαό τα πράγματα είναι περίεργα, θυμίζουν πολύ αυτό που λέει ο Αυγουστίνος για τον χρόνο: "Αν κανείς δεν με ρωτήσει, ξέρω τι είναι, αν κάποιος με ρωτήσει, δεν ξέρω τι να του πω". Το ίδιο συμβαίνει και με τον λαό».


Με αυτά τα λόγια ξεκινάει την ομιλία του ο Γεράσιμος Βώκος, δέκα χρόνια πίσω, σε εκδήλωση του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ για τον λαϊκισμό. /Γεράσιμος Βώκος. 2015. Populismos. Συνέδριο για τον λαϊκισμό, Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ.


Πώς πρέπει να ορίσουμε τον λαό, ένα από τα κυριότερα σημαίνοντα της πολιτικής νεοτερικότητας; Είναι οι ομοεθνείς ή και οι πολίτες ενός κράτους με την ευρεία έννοια, δηλαδή και άτομα εκτός του στενού εθνικού πυρήνα; Μήπως, όταν κάνουμε αναφορά στον λαό, αντί να βρίσκουμε κάποια υποτιθέμενη βαθύτερη ουσία του – προγενέστερη και προσυγκροτημένη της αναφοράς - τον κατασκευάζουμε συγχρόνως; Πως τοποθετείται η έννοια του λαϊκισμού σε αυτό το πλαίσιο, και εν τέλει, είναι όλοι οι λαϊκισμοί a priori κακοί και αντιδημοκρατικοί, όπως μας υποστηρίζει πλήθος δημοσιολογούντων που μας βομβαρδίζει καθημερινά; Ή, μάλλον, αποτελεί ένα εγγενές στοιχείο των σύγχρονων φιλελευθέρων (μετά)δημοκρατιών, που ενίοτε μπορεί να λειτουργήσει και ως φάρμακο των παθογενειών τους;


Φιλελευθερισμός, Δημοκρατία και λαϊκισμός


Καταρχάς, η σχέση μεταξύ λαϊκισμού και δημοκρατίας δεν είναι μονοσήμαντη, καθώς παίζει σημαντικό ρόλο η πρόσληψή του είδους της δημοκρατίας, δηλαδή αν κάποιος είναι υπέρμαχος της φιλελεύθερης, της συμμετοχικής ή της άμεσης δημοκρατίας. Καλώς ή κακώς ή σύγχρονη μορφή της δημοκρατίας είναι η φιλελεύθερη, χωρίς ωστόσο η συνθήκη αυτή να πρέπει να περιορίσει την φαντασία των πολιτικών υποκειμένων για στοιχεία δημοκρατικά, άλλου τύπου. Φιλελευθερισμός και δημοκρατία αποτελούν δύο διαφορετικές παραδόσεις που συναντήθηκαν και συναρθρώθηκαν ιστορικά του τελευταίους αιώνες, με κάθε άλλο παρά αρμονικό τρόπο, οδηγώντας πολλές φορές σε σκληρές συγκρούσεις μεταξύ των οπαδών των δύο οικογενειών. Φυσικά, σε μια ιστορική πορεία αιώνων, ο φιλελευθερισμός από αμιγώς ολιγαρχικός, εκδημοκρατίστηκε, και αντίστοιχα η δημοκρατία ως έννοια και πρακτική πήρε στοιχεία φιλελεύθερα.


Υπάρχει τα τελευταία χρόνια μια μεγάλη, ακαδημαϊκή εν πολλοίς, συζήτησή, για το αν ο λαϊκισμός ως στρατηγική κινητοποίησης του «λαού», ως μορφή λόγου, είναι δυνατόν να συμβάλλει στην εμβάθυνση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, επαναφέροντας και ενδυναμώνοντας, τρόπον τινά, την δημοκρατική συνιστώσα της. Σχηματικά, και σε ένα αναπόφευκτο πιο γενικό πλαίσιο και άμβλυνσης των εσωτερικών διαφορών, υπάρχουν δύο θεωρητικές παράδοσης μια πιο φιλελεύθερη (Moudde, Kaltwasser, Muller), και μια πιο κοντά στη ριζοσπαστική δημοκρατία (Laclau, Mouffe, Σταυρακάκης).


Φιλελεύθερες ανησυχίες: Μικρή δόση αλήθειας, μεγάλη υπερβολής


Εντός της φιλελεύθερης οικογενείας, υπάρχει έντονη καχυποψία και δυσπιστία ως προς τα όρια του λαϊκισμού, προσλαμβάνοντάς τον ως μια «αβαθή ιδεολογία» (Mudde, Kaltwasser), η οποία είναι ουδέτερη και μπορεί να πάρει, είτε δημοκρατικές, είτε αυταρχικές μορφές. Επιπλέον,  υπάρχει και η διάκριση μεταξύ ενός αποκλειστικού λαϊκισμού, πιο δεξιού και εθνικά περιορισμένου, και ενός συμπεριληπτικού, πιο αριστερού και ανοιχτού προς τους εκτός εθνότητας ανθρώπων.


Κοινή πεποίθηση των φιλελευθέρων θεωρητικών είναι πως ο λαϊκισμός, μπορεί να μην είναι per se αντιδημοκρατικός, αλλά είναι οπωσδήποτε αντιφιλελεύθερος και αντιπλουραλιστικός. Εστιάζουν στην επιδίωξη εκ μέρους των λαϊκιστών μιας αδιαμεσολάβητης και άμεσης σχέσης μεταξύ λαού και εξουσίας, και άρα, παράκαμψης των όποιων ιδιαίτερων συμφερόντων και επιθυμιών των ατόμων.


Τέλος, αρκετοί φιλελεύθεροι επικρίνουν τον λαϊκισμό για την έντονη παρουσία του συναισθηματικού στοιχείου και την ηθικοποίηση της πολιτικής. Οι λαϊκιστές κατηγορούνται πως έναν αγνό λαό από τη μια μεριά, χωρίς ευθύνη, και από την άλλη μια διεφθαρμένης ελίτ, υπεύθυνης για όλα τα δεινά. Ωστόσο, είναι απλουστευτικό να αποδίδεται μόνο στον λαϊκιστικό λόγο αυτή η διάσταση, καθώς επίκληση στο συναίσθημα, λίγο ή πολύ, πραγματοποιείται στην πλειοψηφία των πολιτικών λόγων, αλλά και γενικότερα, αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο στις κοινωνικές μας πρακτικές.


Ένας είναι ο εχθρός, ο λαϊκισμός: Αντιλαϊκιστικοί παροξυσμοί


Δεν θα μπορούσε να λείπει από τη συγκεκριμένη συζητητή ο αντι-λαϊκιστικός λόγος. Ένας λόγος, εκφρασμένος συνήθως από τις κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Ευρώπης, ο οποίος έχει λυμένο το ζήτημα του λαϊκισμού: Ο λαϊκισμός είναι το μεγαλύτερο κακό που θα μπορούσε να μας τύχει, σαν χώρα, σαν λαό, σαν Ευρώπη γενικότερα. Είναι κάτι που θα πρέπει να αποφύγουμε, πάση θυσία.


Ειδικότερα, κάποια από τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στον λαϊκισμό στη δημόσια σφαίρα, όπως γράφει αναλυτικά ο Γιάννης Σταυρακάκης στο πρόσφατο βιβλίου του «Λαϊκισμός. μύθοι, στερεότυπα και αναπροσανατολισμοί» είναι τα εξής:  «η κοινωνική και πολιτική οπισθοδρόμηση, ο λανθάνων ή ανοιχτός εθνικισμός, η δουλική λατρεία του ηγέτη, η αποστασιοποίηση από το δημοκρατικό παιχνίδι, η χωρίς αρχές συνύπαρξη (άκρο)αριστερών και (άκρο)δεξιών στοιχείων, η ψευδολογία, η δημαγωγία, η ανικανότητα, η ακραία «πολιτικάντικη» και παλαιοκομματική συμπεριφορά» (Σταυρακάκης, 2019, σελ.14). Στην ουσία του, το επιχείρημα αποτελεί έναν τρόπο αμφισβήτησής και επίθεσης απέναντι σε πολίτικες θεάσεις που σκέφτονται εκτός του κανόνα της εποχής και αμφισβητούν τη σημερινή κατάσταση ως έχει.


Είναι, κατά κάποιον τρόπο, η επιστροφή του φιλελευθερισμού στις ολιγαρχικές του ρίζες, «ένας ολιγαρχικός ελιτισμός σε απόκλιση από τον πυρήνα αξιών μιας φιλελεύθερης και κοινωνικής δημοκρατίας» (Νικόλας Σεβαστάκης). Σε τελική ανάλυση, η επίθεση στο λαϊκίστικο, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων στον κυρίαρχο λόγο, είναι μια επίθεση στο λαϊκό στοιχείο, νοούμενο ως κάτι επικίνδυνο, ανορθολογικό, και εν πάση περίπτωση, κάτι το οποίο πρέπει να είναι περιορισμένο. Ο πυρήνας αυτών των αναλύσεων, εντοπίζεται τόσο σε διάφορες φιλελεύθερες φαντασιώσεις και φοβίες, όπως η πρόσληψη του λαού ως ανορθολογική και συναισθηματικά χειραγωγούμενη μάζα, που χρειάζεται τις πεφωτισμένες πολίτικες ελίτ να πάρουν τις κρίσιμες αποφάσεις για αυτόν.

 

Ωστόσο, παρά την όποια δυναμική παρουσία τέτοιων προσλήψεων του λαϊκίστικού φαινομένου, υπάρχει και μια οικογένεια θεωρητικών που έχει μια κάπως διαφορετική οπτική επί του θέματος. Σε αυτούς θα κατευθυνθεί η ανάλυση μας, όταν ξανανταμώσουμε.

Comments


bottom of page