top of page
Εικόνα συγγραφέαIliana Axarloglou

Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη!

Εξυπαρχής και πραγματώνοντας μια αρκετά εκτεταμένη αναδρομή στα πρώιμα στάδια της κοινωνικής συμβίωσης καθίσταται ευκρινώς αντιληπτή και αξιοσημείωτη η κυρίαρχη παρουσία των συναλλαγών, που με έναν σύντομο και περιεκτικό ορισμό μπορούν να χαρακτηριστούν κάθε είδους συμφωνίες μεταξύ προσώπων (σήμερα και νομικών) που αποσκοπούν στην ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών. Σήμερα όπως και τα τελευταία χρόνια, η πρώτη ιδέα που θα ανέκυπτε στον νου του μέσου ανθρώπου σε συνάρτηση με τις συναλλαγές είναι μια απλή σύμβαση πώλησης, δηλαδή η υποχρέωση του πωλητή να μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος και να παραδώσει το πράγμα στον αγοραστή, ο οποίος με τη σειρά του έχει την υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε. Με βάση τον Περί Πώλησης Αγαθών Νόμο του 1994 το τίμημα ορίζεται ως η χρηματική αντιπαροχή για πώληση αγαθών, και τονίζεται ο όρος “χρηματική”, διότι μπορεί πλέον το αντάλλαγμα για την απόκτηση ενός αγαθού να είναι η καταβολή χρημάτων (κερμάτων, τραπεζογραμματίων ή καταθέσεων), με βάση το νόμισμα που είναι κατά περίπτωση αποδεκτό για τη συναλλαγή, ωστόσο η ύπαρξη του χρήματος δεν ήταν πάντοτε δεδομένη.


Στάδιο 1ο: Αντιπραγματισμός




Σε πρώτο στάδιο λοιπόν και πριν την εφεύρεση του χρήματος, οι συναλλαγές πραγματοποιούνταν στη βάση της ανταλλαγής προϊόντων, εν παραδείγματι δέκα πρόβατα έναντι ενός αλόγου, μία πέτρινη λεπίδα έναντι μερικών σταφυλιών και ούτω καθεξής. Η δυσχέρεια αυτού του συστήματος συναλλαγών είναι μάλλον προφανής, και αποδεικνύεται με την απλή σκέψη ότι κάποιος μπορεί πράγματι να επιθυμεί να προσφέρει τα δέκα του πρόβατα ή την πέτρινη λεπίδα του, χωρίς όμως ταυτόχρονα να θέλει να αποκτήσει ένα άλογο ή σταφύλια ως αντάλλαγμα για αυτή του την προσφορά. Εκτός αυτού, η ανταλλαγή προϊόντων και κυρίως αυτών που προορίζονται για κατανάλωση, όπως τα σταφύλια, αλλά και άλλων ευκόλως φθαρτών με το πέρας του χρόνου, εντείνουν ακόμη περισσότερο την προαναφερθείσα δυσχέρεια που επιφέρει το σύστημα του αντιπραγματισμού στις συναλλαγές, διότι εκτός των άλλων, απαιτούν και την έγκαιρη ανταλλαγή τους, αφού διαφορετικά η αξία τους μειώνεται λόγω σήψης για παράδειγμα.


Στάδιο 2ο: Πολύτιμα Νομίσματα



Ο περιοριστικός αυτός χαρακτήρας που προσέδωσε ο αντιπραγματισμός (ή αλλιώς η ανταλλαγή προϊόντων) στις συναλλαγές οδήγησε σε ένα δεύτερο στάδιο, στο οποίο κυρίαρχη πλέον είναι η παρουσία του νομίσματος. Τα διαφορετικά νομίσματα, για παράδειγμα, τα χρυσά ή τα ασημένια, ακριβώς επειδή αποτελούνταν από δυσεύρετα και άρα πολύτιμα υλικά, ήταν κοινώς παραδεκτή η μεγάλη τους αξία. Η βρετανική λίρα, για παράδειγμα, ή αλλιώς “the british pound”, ουσιαστικά ζύγιζε μία λίβρα ασήμι (one pound of silver), εξού και το όνομά της στην αγγλική γλώσσα. Όπως άλλωστε επισημαίνει και ο φιλόσοφος Αριστοτέλης στα “Πολιτικά” του, “ πολύ πριν γίνει η χρήση του νομίσματος ως μέσου ανταλλαγής οι αρχέγονες κοινότητες αντάλλασσαν μεταξύ τους τα απολύτως χρήσιμα στη ζωή, χωρίς κανένα ενδιάμεσο και αργότερα μεταπήδησαν στο στάδιο των χρηματικών συναλλαγών. Κατόπιν οι άνθρωποι συμφώνησαν για τις συναλλαγές τους να δίδουν και να λαμβάνουν αμοιβαία ένα πράγμα, κοινής όμως ανάγκης στη ζωή όπως τον σίδηρο και τον άργυρο”. Επομένως, το νόμισμα αποτέλεσε σταδιακά το κυρίαρχο μέσο συναλλαγών, δηλαδή το αγαθό αυτό με το οποίο ο κάθε πωλητής επιθυμούσε να ανταλλάξει το δικό του προϊόν. Έτσι και ακολουθώντας το παραπάνω παράδειγμα, θα μπορούσε κανείς να πουλήσει τα πρόβατά του, χωρίς ταυτόχρονα να επιθυμεί το άλογο του αντισυμβαλλομένου του, εφόσον βέβαια ο τελευταίος είχε τη δυνατότητα να καταβάλει τη συμφωνηθείσα χρηματική αντιπαροχή, δηλαδή το τίμημα στον πωλητή.


Στάδιο 3ο: Αξιόγραφα & Χαρτονομίσματα



Όσο κι αν η αποκλειστική χρήση νομισμάτων για τις συναλλαγές ήταν ευρέως αποδεκτή, μια ακόμη δυσχέρεια που ανακύπτει στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, μας οδηγεί σε ένα τρίτο στάδιο, τα χαρτονομίσματα. Η δημιουργία των χαρτονομισμάτων, ή αλλιώς τραπεζογραμματίων, προέκυψε αναπόφευκτα από την έλλειψη ασφάλειας και τη γενικότερη δυσκολία πληρωμής αποκλειστικά με νομίσματα σε συναλλαγές μεγάλης αξίας. Πόσο εύκολη και ασφαλής θα ήταν, για παράδειγμα, η μεταφορά χιλιάδων τεμαχίων ενός νομίσματος από τον αγοραστή και η παράδοσή τους στον πωλητή, ιδίως ακόμη αν προσθέταμε επιπλέον στην εξίσωση τον παράγοντα των μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των αντισυμβαλλομένων; Η κάθετα αποφατική απάντηση οδήγησε σταδιακά στην ευρεία χρήση του χαρτονομίσματος, δηλαδή ενός εγγράφου στο οποίο ενσωματώνεται κάποιο δικαίωμα του οποίου η ενάσκηση είναι αδύνατη χωρίς την κατοχή του (αξιόγραφο), όπως υποδήλωνε η φράση "πληρωτέαι επί τη εμφανίσει" στα πρώτα τραπεζογραμμάτια της Εθνικής Τράπεζας στη χώρα μας. Ο εκδότης ενός αξιόγραφου, λοιπόν, υποσχόταν στον κάτοχό του την καταβολή σε αυτόν του ποσού που αναγραφόταν πάνω στο χαρτονόμισμα. Επρόκειτο δηλαδή για ένα χαρτί που περιλάμβανε την “υπόσχεση” του εκδότη στον αποδέκτη περί καταβολής του αναγραφόμενου στο αξιόγραφο ποσού από τον πρώτο στον δεύτερο. Η διευκόλυνση που παρείχαν τα χαρτονομίσματα στις αξιακά ογκώδεις συναλλαγές, εφόσον πλέον απαιτούνταν μονάχα η μεταφορά ενός χαρτιού, είχε ως αποτέλεσμα την ευρεία επικράτηση αυτού του μέσου. Βέβαια, είναι ευκόλως ευνόητο ότι όσο πιο αξιόπιστος και επώνυμος ήταν ο εκδότης της “υποσχετικής”, τόσο πιο εύκολα ένας τρίτος θα δεχόταν αυτήν την υπόσχεση ως τρόπο πληρωμής. Έτσι, σταδιακά, για την επίλυση αυτού του προβλήματος φερεγγυότητας και αξιοπιστίας, την έκδοση των χαρτονομισμάτων ανέλαβαν τελικά οι σημερινές κεντρικές τράπεζες, που ως γνωστόν είναι οι μόνες τράπεζες που έχουν το νόμιμο δικαίωμα να τυπώνουν χαρτονομίσματα, τα λεγόμενα τραπεζογραμμάτια, σε μία χώρα (ή σε ένα σύνολο χωρών στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας). Κατά το στάδιο της χρήσης των χαρτονομισμάτων λοιπόν, η αξία των τελευταίων δεν προκύπτει αιτιωδώς από το υλικό τους (μιας και είναι κατασκευασμένα από χαρτί, πλαστικό και και άλλα μη πολύτιμα υλικά) αλλά από τη δοθείσα εγγύηση ή αλλιώς υπόσχεση των διάφορων κεντρικών τραπεζών που επιβεβαιώνουν αυτήν την αξία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει σήμερα και με τα περισσότερα κέρματα, τα οποία δεν αποτελούνται πλέον από χρυσό, άργυρο ή κάποιο άλλο πολύτιμο υλικό αλλά από βασικά μέταλλα, με αποτέλεσμα η αξία τους να καθορίζεται και πάλι από την αγοραστική τους δύναμη και να επιβεβαιώνεται από τις κεντρικές τράπεζες.




Είναι σημαντικό βέβαια να ειπωθεί ότι τα χαρτονομίσματα (και τα νομίσματα) από το στάδιο της ευρείας χρήσης τους στις συναλλαγές και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, όχι όμως και σήμερα, είχαν αντίκρισμα, δηλαδή αντιστοιχούσαν σε μία συγκεκριμένη ποσότητα χρυσού (ή κάποιου άλλου πολύτιμου μετάλλου). Είχαν δηλαδή τη μορφή ενός “τίτλου ιδιοκτησίας” που παρείχε το δικαίωμα στον κάτοχό τους να τα ανταλλάξει όποτε επιθυμούσε με την ποσότητα χρυσού στην οποία αντιστοιχούσαν (ο κανόνας του χρυσού / gold standard). Ωστόσο προοδευτικά και κατά μία άποψη, η δυσανάλογα μεγαλύτερη ταχύτητα ανάπτυξης της οικονομίας σε σχέση με τους μικρότερους ρυθμούς εξόρυξης πολύτιμων μετάλλων οδήγησε στην κατάρρευση αυτού του συστήματος που βασιζόταν στο αντίκρισμα. Από το λεγόμενο περιεκτικό χρήμα, του οποίου η αξία ισούται με την εμπορευματική αξία του υλικού από το οποίο αποτελείται, περάσαμε σταδιακά στο παραστατικό χρήμα του οποίου η αξία αντιστοιχεί σε αξία μεγαλύτερη του υλικού από το οποίο αποτελείται.


Στάδιο 4ο: Πλαστικό Χρήμα & Ηλεκτρονικές Συναλλαγές


Αν και ομολογουμένως κανείς θα έλεγε ότι η εξέλιξη του χρήματος βρίσκει τέλος στο παραπάνω στάδιο, αφού μέχρι προσφάτως και σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το παραστατικό χρήμα (“μετρητά”) αποτελούσε το επικρατέστερο μέσο πληρωμών (τουλάχιστον εντός της ζώνης του ευρώ), η πραγματικότητα διαφέρει. Η ραγδαία και εκθετική ανάπτυξη της τεχνολογίας μάς φέρνει για ακόμη μια φορά απέναντι σε ένα νέο μέσο αποθήκευσης αξίας και αγοραστικής δύναμης, συνοπτικά, απέναντι σε έναν νέο τρόπο συναλλαγών, γεγονός που μας οδηγεί σε ένα τέταρτο στάδιο, το λεγόμενο “ψηφιακό χρήμα”. Με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να δηλώνει ότι “το έργο μας είναι να διασφαλίσουμε ότι στην ψηφιακή εποχή οι πολίτες και οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να έχουν πρόσβαση σε ασφαλέστερη μορφή χρήματος, το χρήμα της κεντρικής τράπεζας” σηματοδοτείται η μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα στην οποία σταδιακά κυριαρχεί η μορφή ενός μη απτού, ηλεκτρονικού χρήματος με ολόιδιες όμως λειτουργίες με αυτές των τραπεζογραμματίων. Δεν πρόκειται βέβαια για την αντικατάσταση των μετρητών αλλά περισσότερο για τη συμπληρωματική λειτουργία του ηλεκτρονικού χρήματος προς αυτά. Προπληρωμένες κάρτες, πιστωτικές κάρτες και ηλεκτρονικά πορτοφόλια, όλα αυτά συνιστούν τα καινούργια εικονικά μέσα συναλλαγών που όμως αντιστοιχούν στις κοινές νομισματικές μονάδες (όπως είναι τα ευρώ και τα δολάρια). Γίνεται ουσιαστικά λόγος για την ηλεκτρονική μορφή του χρήματος που εκδίδεται από τις Κεντρικές Τράπεζες ανά τον κόσμο και το οποίο είναι προσβάσιμο σε όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Παράλληλα, οι επικρατούσες συνθήκες ευδοκίμησης του ηλεκτρονικού χρήματος, επί παραδείγματι οι ολοένα περισσότερες ηλεκτρονικές πληρωμές, σε συνδυασμό με την υψηλή ασφάλεια και την πρωτοφανή ταχύτητα πραγματοποίησης των συναλλαγών συμβάλλουν στην προοδευτική επικράτηση του ψηφιακού χρήματος στις σύγχρονες οικονομίες προσφέροντας παράλληλα επιπλέον σύνθετες λειτουργίες όπως οι αυτοματοποιημένες πληρωμές. Πρακτικά μιλώντας, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές με τη χρήση του ηλεκτρονικού χρήματος δεν είναι τίποτα περισσότερο από ηλεκτρονικές καταχωρήσεις σε ελεγχόμενους από τις διάφορες τράπεζες λογιστικούς πίνακες όπου δηλώνονται οι μετακινήσεις χρηματικών ποσών από έναν λογαριασμό σε έναν άλλον.


Στάδιο 5ο: Ψηφιακή Νομισματική Μονάδα


Η φρενίτιδα της εξέλιξης δεν σταματά ούτε εδώ όμως. Θα αναρωτιόταν εύλογα κανείς ποια περαιτέρω διευκόλυνση θα μπορούσαν να ζητήσουν τα μέλη της σύγχρονης ψηφιακής εποχής στο πεδίο των συναλλαγών πέρα από τη δυνατότητα χρήσης χρήματος σε ηλεκτρονική μορφή. Κι όμως, είναι ευρέως παραδεκτή η άποψη ότι ορόσημο στην πορεία της εξέλιξης του νομίσματος αποτελεί το κρυπτονόμισμα. Σύμφωνα με την κοινή γνώμη και κυρίως τους διάφορους χρήστες, η εποχή των κρυπτονομισμάτων χαρακτηρίζεται σήμερα ως το καλύτερο περιβάλλον ως προς την ευκολία πραγμάτωσης των συναλλαγών. Και εδώ περνάμε στο πέμπτο στάδιο. Το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε κάποιος να έχει στον νου του αναφορικά με τα κρυπτονομίσματα είναι η εικονικότητά τους. Δεν πρόκειται βέβαια για την ηλεκτρονική μορφή χρήματος των ευρύτατα γνωστών νομισματικών μονάδων (ευρώ, δολάρια κ.λπ.) όπως έγινε λόγος στο τέταρτο στάδιο, αλλά για μία αυτοτελή νομισματική μονάδα (currency) που είναι πλήρως ψηφιακή. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι ο αποκεντρωτικός της χαρακτήρας, ότι δηλαδή δεν εκδίδεται από τις Κεντρικές Τράπεζες ανά τον κόσμο, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με το ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το δολάριο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Εν ολίγοις δηλαδή, δεν υπάρχει καμία κεντρική αρχή που να είναι νομιμοποιημένη να διεξάγει τον έλεγχο των συναλλαγών που γίνονται με κρυπτονομίσματα, και να εγγυάται για αυτά. Επειδή ακριβώς, τα κρυπτονομίσματα δεν αναγνωρίζονται ευρέως από τα νομικά συστήματα αρκετών κρατών ως νόμιμα μέσα συναλλαγής, η αγορά αγαθών και υπηρεσιών με αυτά συντελείται προφανώς με την προϋπόθεση ότι τα συμβαλλόμενα μέρη μιας συναλλαγής αποδέχονται αυτό το κρυπτονόμισμα ως το κύριο μέσο της συναλλαγής τους.


Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί τα κρυπτονομίσματα ως ένα δίκτυο στο οποίο διεξάγονται συναλλαγές μεταξύ των χρηστών του. Όλες οι συναλλαγές αυτές, οι οποίες όπως προαναφέρθηκε δεν καταγράφονται από τις διάφορες τράπεζες σε λογιστικούς πίνακες, καταχωρίζονται στο λεγόμενο “λογιστικό βιβλίο” (ledger) το οποίο είναι ένα. Κάθε χρήστης του δικτύου αυτού έχει στην κατοχή του ένα αντίγραφο του λογιστικού βιβλίου, το οποίο περιλαμβάνει όλες τις συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί με μια συγκεκριμένη νομισματική μονάδα κρυπτονομίσματος είτε αυτό είναι Bitcoin, Ethereum, Dogecoin και τα λοιπά. Γίνεται έτσι αντιληπτό ότι κανένας χρήστης δεν μπορεί μεμονωμένα να ελέγξει το δίκτυο ή να το χειραγωγήσει προς όφελός του, ακριβώς γιατί όλοι οι χρήστες λόγω της κατοχής των αντιγράφων του λογιστικού βιβλίου έχουν δυνατότητα ελέγχου των συναλλαγών που καταχωρούνται στο βιβλίο αυτό. Έτσι, αν, για παράδειγμα, ο Α στο λογιστικό του βιβλίο καταχωρίσει μια συναλλαγή με την οποία ο ίδιος κερδίζει χρήματα και η οποία όμως δεν έχει εγκριθεί από τους υπόλοιπους χρήστες ως έγκυρη, τότε προφανώς η προσπάθεια εξαπάτησης γίνεται ευκόλως διακριτή από τους υπόλοιπους χρήστες, εφόσον το βιβλίο των συναλλαγών τους διαφέρει από αυτό του Α. Η διαφάνεια στις συναλλαγές είναι αυτή που καθιστά δυνατό τον έλεγχο των συναλλαγών από όλους τους χρήστες και ως εκ τούτου δύσκολη κάθε προσπάθεια εξαπάτησης. Για να μπορέσει να χειραγωγήσει κάποιος αυτό το δίκτυο και να κερδίσει χρήματα χωρίς την έγκριση των υπόλοιπων χρηστών, θα έπρεπε, για παράδειγμα, να εισχωρήσει στον υπολογιστή του κάθε χρήστη ξεχωριστά και να εισαγάγει στο λογιστικό βιβλίο που έχει ο καθένας τη μη εγκεκριμένη συναλλαγή που επιθυμεί. Προφανώς πρόκειται για ένα απίθανα δύσκολο εγχείρημα, γεγονός που αποδεικνύει την ασφάλεια του συστήματος χωρίς την παρέμβαση κάποιας τράπεζας. Πέρα βέβαια από τον αποκεντρωτικό χαρακτήρα και την υψηλή ασφάλεια του δικτύου αυτού, η μεγάλη ταχύτητα συναλλαγών, η απουσία ορίων δαπάνης και οι μηδενικές χρεώσεις για την πραγμάτωση συναλλαγών σε κάποια είδη κρυπτονομισμάτων αποτελούν κάποια επιπλέον πλεονεκτήματα.


Η τεχνολογία των κρυπτονομισμάτων είναι μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες και παράλληλα σύνθετες της σημερινής εποχής, λαμβάνοντας υπόψη την πλήρη ψηφιακή και άυλή τους μορφή, τα τεράστια ποσά ενέργειας που απαιτούνται για την εξόρυξή τους αλλά και εκείνους τους παράγοντες που συνθέτουν την αξία τους. Και φυσικά όλη αυτή η πολυπλοκότητα, η ευρεία εξάπλωση και οι διάφορες παράμετροι που εμπλέκονται στη νέα αυτή νομισματική μονάδα αξίζει να αναλυθούν περαιτέρω σε ένα επόμενο άρθρο. Είναι βέβαια υψίστης σημασίας η παρατήρηση της εξέλιξης και της προόδου που έχει σημειωθεί ανά τους αιώνες στο πεδίο των συναλλαγών, κάτι το οποίο εξετάσαμε συνοπτικά (θα έλεγα) παραπάνω. Δεν μιλήσαμε τελικά μόνο για χρήματα με τη στενή έννοια της λέξης, αλλά περισσότερο παρατηρήσαμε την αξιοθαύμαστη ευρηματικότητα με την οποία οι ανθρώπινες κοινωνίες προσαρμόστηκαν στις αλλεπάλληλες μεταβολές, για να καταλήξουμε σήμερα να ασχολούμαστε με αόρατα χρήματα.







Πηγές εικόνων:


















213 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Kommentarer


bottom of page